πλάι μου στο παγκάκι χαζεύει στιγμές σφυρίζει κιόλας ένα αγόρι, με 4 όλα & όλα τόσα μέτρησα σχολαστικά δάχτυλα στο αριστερό του -thus αμήχανο, αμετακίνητο, καθηλωμένο, πιο συγκεκριμένα αόρατο. ερωτεύομαι σφοδρά την αλλόκοτη του παλάμη αυτή, καθαρή & χαρακωμένη, δυνατή, ανοιχτή, με φαντασιώνω, με φαντασιώνω να του πιπιλάω ένα ένα & τα 4 εμμένοντας, δαγκώνοντας τις αρθρώσεις των αχόρταγα, τον αγαπώ που δεν είναι αρτιμελής & που αρνείται πεισματικά να κόψει το 5ο δάχτυλο από το άλλο χέρι για νάναι συμμετρικός & ομοιόμορφος. αναρωτιέμαι με ποιο χέρι προτιμά να γράφει, με ποιο να με χαστουκίζει, με ποιο να παίζει πέτρα ψαλίδι χαρτί. σκέφτομαι δώρα που δε θα του αγόραζα ποτέ, δώρα που δε θα του υπενθυμίζουν την αναπηρία του: γάντια, yo-yo, πλαστελίνη, μανό, δαχτυλίθρα & η λίστα μεγαλώνει. οργιάζω σκεπτόμενος πως? μπορεί να του συνέβη κάτι τόσο όμορφο & συνάμα θανάσιμο μάλλον, με το επικρατέστερο & πιο φανταχτερό σενάριο να είχε αφαιρεθεί καθώς έτρωγε τα νύχια του, αγχώδης τύπος. ίσως όμως πολύ απλά να τόχασε μέσα σε κάποια τσέπη βαθιά ή & τρύπια, πιο πιθανό το βρίσκω. θα μπορούσε βέβαια να έδειξε αγενώς κάποιον με υπερβολικά κοφτερά δόντια. ξαφνικά, διαπιστώνει πως το βλέμμα μου του σφίγγει το χέρι & με όλη την αφέλεια που διαθέτει ρωτάει ευθαρσώς γιατί είσαι βουρκωμένος? δε θέλω να του αποκαλύψω πως ευχόμουν να φύτρωνε γιατί στην πραγματικότητα τον θεωρούσα φρικιό & πως θα αυτοκτονούσα αν έχανα έστω & ένα από τα πολύτιμα δάχτυλα μου, αν & όχι τόσο ντελικάτα. με φαντασιώνει να βγάζω από την τσέπη μου ένα σουγιά, κόβω με χειρουργικές κινήσεις το δάχτυλο που του λείπει από το δικό μου αριστερό & του το προσφέρω γενναιόδωρα & χαμογελάστος, το μόσχευμα σου! αμέσως μετά -προτού προλάβω να συνειδητοποιήσω ότι έπαψα να είμαι ολόκληρος & τέλειος- μπήγω βίαια τον σουγιά στην καρωτίδα μου. δίχως να κρατήσει τους τύπους ή κάποια δευτερόλεπτα πένθιμης σιγής- μου αφαιρεί το παπούτσι προσεκτικά, έπειτα την κάλτσα -την βρίσκει αστεία θάλεγε κανείς- & μου κόβει το 5ο δάχτυλο απτά αριστερό πόδι. γέρνει πάνω από το βεβηλωμένο μου πτώμα & ψιθυρίζει πως μαγαπά για πάντα & ας τον λέρωσα. αν ζούσα θα αναρωτιόμουν πως έχασε το δάχτυλο του ποδιού & δε το 5ο, καθαρή σύμπτωση? ανέκαθεν με ταλάνιζαν οι ιδιομορφίες των πραγμάτων. το λεωφορείο φθάνει στη στάση, του πιάνω το χέρι κρύβοντας το σημείο ελλειπτικότητας του & επιβιβαζόμαστε σχετικά ευτυχισμένοι. θα του επιτρέψω να πατήσει αυτός το κουμπί ΣΤΑΣΗ με το δάχτυλο που δεν έχει & θα χαζογελάμε με αυθάδεια.
5 comments:
wow :)
μούλειψες..θυμάσαι?
Kι εμένα μού 'λειψες. Kρίμα που κατέβασες το άλλο blog.
δεν ήμουν πριγκίπισσα για παραμύθια :]
[τώρα εξηγούνται όλα... :-) [ou presque]
βαθιά υπόκλιση
.
.
.
]
Post a Comment